Τετάρτη 13 Ιουλίου 2016

Οι γιαγιάδες πρέπει να πεθάνουν…

Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ Δ. ΓΟΥΣΙΔΗ
Η εικόνα μιλάει από μόνη της και προκαλεί βαθύτατη θλίψη. Σχεδόν ξαπλωμένη στον πεζόδρομο της Αγ. Σοφίας, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, μέσα στο λιοπύρι του κατακαλόκαιρου, μια ηλικιωμένη γυναίκα ζητάει βοήθεια από τους περαστικούς. Μπροστά της έχει ανοιγμένο το βιβλιάριο υγείας και την ταυτότητά της, προκειμένου να γίνονται γνωστά τα στοιχεία της σε όποιον θέλει να βοηθήσει.

Σύμφωνα με ρεπορτάζ της North Press, η ηλικιωμένη γυναίκα ζει σε ένα παράπηγμα μαζί με τα τρία της εγγόνια. Ο πατέρας των παιδιών και γιος της έχει πεθάνει και η μητέρα τους τα έχει εγκαταλείψει στη φτωχή και άρρωστη γιαγιά που προσπαθεί να βρει τρόπο να τα θρέψει. Μάλιστα, σύμφωνα με καταστηματάρχες της περιοχής, στο σπίτι της η γιαγιά δεν έχει ούτε ψυγείο…

Είναι ακριβής αυτή η ιστορία; Ελάχιστη σημασία έχει αν αληθεύουν επακριβώς όλες οι λεπτομέρειες. Γιατί εκ πρώτης όψεως φαίνεται ότι η γυναίκα αυτή είναι απίθανο να είναι «επαγγελματίας» επαίτης, αλλά αντιθέτως ένας άνθρωπος που χρειάζεται βοήθεια. Είναι αναμφισβήτητο ότι οι αρχές (όποιες και να είναι) επιβάλλεται να ασχοληθούν μαζί της και να της προσφέρουν ένα (ή και… περισσότερα!) χέρι ανθρωπιάς.

Το πρόβλημα όμως δεν είναι η συγκεκριμένη γιαγιά –ή, για να ακριβολογώ, μόνο η συγκεκριμένη γιαγιά–, αλλά όλες οι γιαγιάδες και όλοι οι άνθρωποι σε αυτή τη χώρα που βρίσκονται τα τελευταία χρόνια στην ίδια ή σε παρόμοια μοίρα, που ζουν σαν σκιές στο σκοτάδι, χωρίς κανείς (ή ελάχιστοι μόνο) να γνωρίζουν το βιοποριστικό τους Γολγοθά. Άνθρωποι των οποίων η πενιχρή, πλέον, σύνταξη (αν υπάρχει) δεν επαρκεί για να ταΐσει, να ντύσει, να θερμάνει και να φωτίσει αυτούς και όσους, ίσως, εξαρτώνται από τους ίδιους.

Κάθε τόσο έρχονται στο «φως» ιστορίες ανθρώπων οι οποίοι δεν άντεξαν, που πέθαναν, ενδεχομένως αυτοκτόνησαν ή ίσως να κάηκαν από κάποιο μαγκάλι που τους ζέστανε το χειμώνα. Μα οι ιστορίες τούτες πολύ γρήγορα ξεχνιούνται, και το κράτος μας, που επιμένει να αυτοχαρακτηρίζεται «κράτος πρόνοιας», δίχως να ντρέπεται από αυτές τις τραγωδίες, παραγνωρίζοντας μάλλον ότι των ανθρώπων η δυστυχία αντανακλά τη δική του κατάντια και βαθύτατη ενοχή, συνεχίζει ακάθεκτο μια «λαμπρή» πορεία, έχοντας ως προορισμό έναν ορίζοντα μακρινό –και πάντα φευγαλέο, όπως όλοι οι ορίζοντες– όπου οι εξυγιασμένοι του «αριθμοί» θα του χαρίζουν μια απατηλή λάμψη σφρίγους!

Ναι, κύριοι: «Η οικονομία πρέπει να ανακάμψει». «Η χώρα πρέπει να σωθεί». Τα ξέρουμε αυτά. Τα έχουμε ακούσει. Και αφουγκραζόμαστε και αυτό που δεν τολμάτε να μας πείτε: Οι γιαγιάδες πρέπει να πεθάνουν…

Ένα είναι βέβαιο: Ότι ένα κράτος που δεν θέλει ή δεν είναι σε θέση να προστατέψει τα πιο αδύναμα μέλη του και να τα παρέχει στοιχειωδώς ανθρώπινες συνθήκες διαβίωσης, δεν αξίζει να ονομάζεται «κράτος». Και, στην ουσία, δεν έχει και κανέναν λόγο ύπαρξης!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου